
Δίχως αμφιβολία η Τρίπολη είναι ένα σύμβολο στην Εθνική μας συνείδηση, συνδεδεμένη με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τις πιο αυθεντικές επαναστατικές στιγμές της Εθνεγερσίας του 1821. Αυτή η νέα πόλη που χτίστηκε πάνω στα ερείπια και τα αποκαΐδια της Ντρομπολιτζάς, που άφησε πίσω του ο Ιμπραήμ, έχει από την αρχή της τα σφραγίσματα της ιστορίας που, μαζί με τη γεωγραφική της θέση, καθόρισαν την πορεία της στους δυο σχεδόν αιώνες της ζωής της.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να δει κάποιος μια πόλη. Όταν η ερωτική ματιά ενός αισθητή διακρίνει στ’ ανάρια του χρόνου το ωραίο, το κάνει θαυμαστό και μέσω αυτού μας οδηγεί με την ακρίβεια ενός ιστορικού και την κρυφή μαεστρία ενός αφηγητή, η εικόνα της πόλης αποκαλύπτεται στις τέσσερες διαστάσεις της.
Το καλειδοσκόπιο του Νίκου Γρηγοράκη μας παρουσιάζει την πόλη της καρδιάς του με τρόπο που συναρπάζει και γοητεύει, ανακαλεί μνήμες και συγκινεί. Μας ανοίγει ένα παράθυρο για να περάσουμε από τη νοσταλγία στην αναζήτηση και στ’ όραμα μιας πόλης του μέλλοντός μας.
Μεγάλωσα σε ένα διώροφο σπίτι, κοντά στην Πλατεία Ανεξαρτησίας, που έχτισε το 1864 ένας αγιογράφος, ο Αναστάσης Κανέλος. Για πολλά χρόνια ήταν το σπίτι της κόρης του, μιας δυναμικής γυναίκας, αρχόντισσας της παλιάς Τριπολιτσάς, της Μαριγώς Παρίση. Ήταν η γιαγιά μου. Δεν την γνώρισα παρά μόνο από τη φωτογραφία της, που δεσπόζει μέχρι και σήμερα στο σαλόνι του σπιτιού και βρίσκεται ανάμεσα στις φωτογραφίες της «Τρίπολης» του Νίκου Γρηγοράκη. Τη γνώρισα όμως και μέσα από της πολλές ιστορίες που μας έλεγε η μητέρα μου. Μια από αυτές τις ιστορίες ήταν για την άμαξα πού έφερε από την Αμερική ο Άγγελος Γρίτσης και τους πολλούς χορούς και ξεφαντώματα πού γίνονταν, προπολεμικά, στα δυο Ξενοδοχεία του, το «Ανακτορικόν» και το «Κρυστάλ».
Εκεί στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, μπροστά στο ξενοδοχείο «Κρυστάλ», που δεν υπάρχει πια, συνάντησα το 1976 το Νίκο Γρηγοράκη. Κοιτούσε με επιμονή τις δυο πήλινες Σφίγγες που κοσμούσαν τις εξωτερικές κολόνες της αυλής (βρίσκονται κι αυτές στις σελίδες του βιβλίου), λες και προσπαθούσε να απαντήσει στα αινίγματά τους, ως «Οιδίπους εν Τριπόλει». Όμως ο Νίκος Γρηγοράκης δεν συνομιλούσε με τις Σφίγγες. Συνομιλούσε με τη Διοτίμα, μαθαίνοντας πολύ καλά, όπως φαίνεται, τα μαθήματα για τον έρωτα που αυτή παρέδωσε στον Σωκράτη. Έτσι εξηγείται πως κατάφερε να διακρίνει την ομορφιά σε πράγματα που οι άλλοι προσπερνάμε καθημερινά, όπως στο ποδόμακτρο, στο ρόπτρο, στο φουρούσι, στο ακροκέραμο, στο περιστέρι. Χάρη σε αυτό τον έρωτα για τις εικόνες της γενέθλιας πόλης του, που κουβαλούσε από παιδί στη ψυχή του, ο Νίκος Γρηγοράκης πορεύτηκε στους αναβαθμούς που τον οδήγησαν να γίνει ένας «Μύστης της Τέχνης».
Μεγάλωσα σε ένα διώροφο σπίτι, κοντά στην Πλατεία Ανεξαρτησίας, που έχτισε το 1864 ένας αγιογράφος, ο Αναστάσης Κανέλος. Για πολλά χρόνια ήταν το σπίτι της κόρης του, μιας δυναμικής γυναίκας, αρχόντισσας της παλιάς Τριπολιτσάς, της Μαριγώς Παρίση. Ήταν η γιαγιά μου. Δεν την γνώρισα παρά μόνο από τη φωτογραφία της, που δεσπόζει μέχρι και σήμερα στο σαλόνι του σπιτιού και βρίσκεται ανάμεσα στις φωτογραφίες της «Τρίπολης» του Νίκου Γρηγοράκη. Τη γνώρισα όμως και μέσα από της πολλές ιστορίες που μας έλεγε η μητέρα μου. Μια από αυτές τις ιστορίες ήταν για την άμαξα πού έφερε από την Αμερική ο Άγγελος Γρίτσης και τους πολλούς χορούς και ξεφαντώματα πού γίνονταν, προπολεμικά, στα δυο Ξενοδοχεία του, το «Ανακτορικόν» και το «Κρυστάλ».
Εκεί στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, μπροστά στο ξενοδοχείο «Κρυστάλ», που δεν υπάρχει πια, συνάντησα το 1976 το Νίκο Γρηγοράκη. Κοιτούσε με επιμονή τις δυο πήλινες Σφίγγες που κοσμούσαν τις εξωτερικές κολόνες της αυλής (βρίσκονται κι αυτές στις σελίδες του βιβλίου), λες και προσπαθούσε να απαντήσει στα αινίγματά τους, ως «Οιδίπους εν Τριπόλει». Όμως ο Νίκος Γρηγοράκης δεν συνομιλούσε με τις Σφίγγες. Συνομιλούσε με τη Διοτίμα, μαθαίνοντας πολύ καλά, όπως φαίνεται, τα μαθήματα για τον έρωτα που αυτή παρέδωσε στον Σωκράτη. Έτσι εξηγείται πως κατάφερε να διακρίνει την ομορφιά σε πράγματα που οι άλλοι προσπερνάμε καθημερινά, όπως στο ποδόμακτρο, στο ρόπτρο, στο φουρούσι, στο ακροκέραμο, στο περιστέρι. Χάρη σε αυτό τον έρωτα για τις εικόνες της γενέθλιας πόλης του, που κουβαλούσε από παιδί στη ψυχή του, ο Νίκος Γρηγοράκης πορεύτηκε στους αναβαθμούς που τον οδήγησαν να γίνει ένας «Μύστης της Τέχνης».
Για τους τεχνοκρίτες και τους
αισθητές, ο Όσκαρ Ουάϊλντ λέει πως έχουν το προνόμιο, όχι να βρίσκουν τα χνάρια
της τέχνης αλλά να τα κάνουν για τους άλλους θαυμαστά! Αυτό το προνόμιο
χρησιμοποίησε ο Νίκος Γρηγοράκης για να με πείσει να προχωρήσουμε στην έκδοση
ενός βιβλίου για την Τρίπολη. Έπρεπε να κάμψει τις αντιρρήσεις και τις μεγάλες
επιφυλάξεις μου, που οφείλονταν στην απογοήτευση που ένοιωθα όταν επιστρέφοντας
μετά από είκοσι πέντε χρόνια στην Τρίπολη, δεν μπορούσα να δείξω στο γυιό μου
πράγματα που εγώ είχα ζήσει ως μικρό παιδί, γεγονός που μ’ έκανε να νοιώθω ξένος
σ’ αυτή την πόλη.
Μεταξύ αστείου και σοβαρού του είπα
πως οι παλιοί Τριπολιτσιώτες έβαλαν στόχο μετά τον πόλεμο να κάνουν τα παιδιά
τους Δικηγόρους, Μηχανικούς και Γιατρούς κι αφού τα κατάφεραν, σκέφτηκαν να
πάρουν, από τη γη της πόλης τους, τις
υπεραξίες της. Το επιχείρησαν αδιακρίτως
και δίχως συστολή, καταφεύγοντας πρώτα στους δικηγόρους. Αυτοί, μπροστά στο
πρόβλημα πολιτικής οικονομίας που τους τέθηκε, έκαναν τις επιλογές των
πολεοδομικών κανόνων, που εμπεριέχουν τις καθοριστικότερες και σκληρότερες
κοινωνικές επιλογές, αλλά αντιμετώπισαν το πρόβλημα της μετατροπής των αξιών σε
τιμές και κατέφυγαν με τη σειρά τους στα μαθηματικά των μηχανικών. Οι μηχανικοί
εκτός από μαθηματικά πιστεύουν ότι γνωρίζουν και οικονομικά. (Φταίνε ασφαλώς γι’
αυτό, οι οικονομολόγοι που θέλουν να κάνουν την επιστήμη τους να μοιάζει με αυτή
των μηχανικών). Χρησιμοποίησαν λοιπόν κι αυτοί ένα συντελεστή, το συντελεστή
δόμησης. Έτσι όλα έγιναν τσιμέντο. Το τσιμέντο όμως βλάφτει την υγεία τόσο
οργανικά όσο και ψυχικά. Γι’ αυτό στην
Τρίπολη επί σειρά ετών εκλέγουν γιατρούς ως Δημάρχους. Τι να πει λοιπόν κανείς
για την σημερινή Τρίπολη;
Ωστόσο ο Νίκος έπεισε τόσο εμένα όσο
και τον Νίκο Χαϊδεμένο να προχωρήσουμε και δούλεψε πολύ όλο το καλοκαίρι για να
μας δώσει, με το δικό του καλειδοσκόπιο, ένα έργο με είκοσι τέσσερα κεφάλαια,
που κάποια από αυτά είναι μονογραφίες. Είναι το αποτέλεσμα αυτού που χρόνια
εγκυμονούσε και πολλές φορές μας προϊδέαζε με άρθρα και ομιλίες του. Έχει
βραβευτεί στα τριάντα πέντε σχεδόν χρόνια συνεχούς δουλειάς του από το Δήμο της
Τρίπολης, από την Ένωση Τριπολιτών Αττικής, από το Φιλοτεχνικό Όμιλο Τριπόλεως,
αλλά και από το Σύλλογο Ελλήνων Λογοτεχνών. Η «Τρίπολη» του Νίκου Γρηγοράκη μας
πλημμυρίζει συγκίνηση, μας γοητεύει, μας καλεί να ερωτευτούμε ξανά την πόλη μας,
μας ανοίγει ένα παράθυρο για να οραματιστούμε μια νέα ανθρώπινη πόλη για τα
παιδιά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου