
Όταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος, από το βήμα της Βουλής, έκανε κατά τρόπο άκομψο, άτυχο και άστοχο, την (ορθή στην ουσία της) αναφορά στις εκλογές του 1981, οι πολιτικοί αρχηγοί απέτυχαν να θυμηθούν πως, στην ιστορική του διάσταση, το 1981 υπήρξε η χρονιά που στο σύνολό τους οι τότε πολιτικοί ηγέτες της χώρας, απέδειξαν πως είχαν σφυρηλατήσει και διέθεταν μια σπάνια πολιτειακή σωφροσύνη και σύνεση. Σε μια εποχή που στο παγκόσμιο πεδίο κορυφωνόταν ο ψυχρός πόλεμος και στο εσωτερικό οι διαφορετικές προσεγγίσεις σε θέματα Εθνικής Στρατηγικής ήταν θεμελιακές, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Γεώργιος Ράλλης, ως Πρωθυπουργός της κυβέρνησης που διενεργούσε τις εκλογές, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ως διεκδικητής της εξουσίας στο όνομα όσων για μισό περίπου αιώνα αισθάνονταν αποκλεισμένοι από αυτήν, ο Χαρίλαος Φλωράκης, ως εκπρόσωπος μιας ισχυρής, πολιτικά και ιδεολογικά, αριστεράς, απέδειξαν, ο καθένας με την δική γενναία πολιτική σύμβαση, πως η Μεταπολίτευση στεριωνόταν ως ένα αδιαμφισβήτητα Δημοκρατικό καθεστώς. Για όσους δεν μπορούν ή δεν θέλουν να αντιληφθούν αυτή τη διάσταση των εκλογών του 1981, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ως Υπουργός Άμυνας, είχε αισθανθεί την ανάγκη και την υποχρέωση, να κάνει λίγους μόλις μήνες προ των εκλογών την διαβεβαιωτική δήλωση πως, αν το ΠΑΣΟΚ κέρδιζε τις εκλογές, θα παρέδιδε ομαλά το χαρτοφυλάκιό του. Αυτός ο Πολιτειακός Πατριωτισμός που αναπτύχθηκε στην πρώτη δεκαετία της Μεταπολίτευσης, τροφοδοτούμενος από το βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου που ήταν η σύνδεση της κοινωνίας με την πολιτική, όσο και αν σκεπάστηκε πολλές φορές από τη ρητορική οξύτητα που συνόδευε τις ιδεολογικές διενέξεις, ενίσχυσε την διεθνή θέση της χώρας και εμπέδωσε την ανεξαρτησία της.
Είναι γνωστή η ροπή του σημερινού αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μαξιμαλισμούς, που τον οδηγεί αφενός να υπέρ-φορτώνει τις διαπραγματευτικές του θέσεις και αφετέρου να επιμένει άκαμπτα στην ικανοποίησή τους. Επιπλέον, για άλλη μια φορά, ο Αντώνης Σαμαράς το απόγευμα εκείνης της Τετάρτης, όταν έλαβε (ή εκμαίευσε) μια απροσδόκητη πρόταση από τον Πρωθυπουργό, απέδειξε πως είναι πράγματι ένα «κακό παιδί», που παίζει χωρίς κανόνες. Ο δικός του χειρισμός, που μπορεί ασφαλώς να χαρακτηριστεί «non fair», δεν απέφυγε το χαρακτήρα ενός χαιρέκακου χτυπήματος κάτω από τη ζώνη. Όσοι έχουν εμπειρία από συμφωνίες και διαπραγματεύσεις, γνωρίζουν πολύ καλά πως "εκ των ουκ άνευ" στοιχείο επιτυχούς έκβασης μιας τέτοιας διαδικασίας είναι η εμπιστευτικότητα των συνομιλιών ως την κατάληξή τους. Η παραγνώριση αυτής της προϋπόθεσης, οδήγησε σε μια επικοινωνιακή φωτοβολίδα που στόχευε να διαμορφώσει την εντύπωση πως έσυρε τον πρωθυπουργό σε παραίτηση. Το αν ο κ. Σαμαράς δεν αντιλαμβανόταν ότι έτσι θα οδηγήσει την διαδικασία σε ναυάγιο ή αν αυτό ακριβώς ήθελε, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει πως το μόνο που πέτυχε ήταν ένα βιαστικό «Ρουά», ένα ακούσιο αίτημα για εκλογές και μια ακόμα αυτό-παγίδευση, σε μια ακαμψία που είναι υποχρεωμένος να υπερασπίζεται τακτικά και στρατηγικά.
Όσοι παρακολουθούν τον Γιώργο Παπανδρέου και τον τρόπο που πολιτεύεται, είναι βέβαιο πως έχουν μείνει άναυδοι πολλές φορές. Το πώς σκέφτεται και αντιδρά ορισμένες στιγμές είναι άξιο απορίας, αλλά φαίνεται πως έχει τον δικό του τρόπο. Οι χειρισμοί του της περασμένης Τετάρτης, στην συζήτηση που άνοιξε με τον Αντώνη Σαμαρά, θύμισαν την απόπειρά του να βάλει στη θέση της την αλυσίδα του ποδηλάτου του εν κινήσει. Προς στιγμή λοιπόν, πίστεψαν όλοι πως είχε υποστεί έναν σοβαρότατο τραυματισμό, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα οδηγούσε στο τέλος την Πρωθυπουργία του. Πολλοί, εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ, ολίσθησαν στο ίδιο λάθος που είχε κάνει ο Βαγγέλης Βενιζέλος τη βραδιά των εκλογών του 2007, στο Ζάππειο. Το δυσοίωνο πρωινό της Πέμπτης, οι προκληθείσες βουλευτικές παραιτήσεις οδήγησαν τελικά σε ένα απόγευμα αναβάπτισης της Πρωθυπουργικής θέσης του Γιώργου Παπανδρέου, αλλά κυρίως μιας αναπτέρωσης του ηθικού της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ η οποία αναφώνησε «Le Roi est Mat Non!» Όπως φαίνεται, στην πολιτική σκακιέρα ο κ. Παπανδρέου μπορεί να έκανε κάποια αδόκιμα ανοίγματα, κατάφερε όμως να αναδιπλωθεί εγκαίρως και να οχυρωθεί πίσω από ένα ισχυρό κομματικό «Ροκέ», που καθόρισε και το σχήμα της κυβέρνησης που ανακοίνωσε το πρωί της Παρασκευής. Μπορεί να διαπιστώνει κανείς πως με αυτό τον τρόπο οι κινήσεις του Βασιλιά είναι πια περιορισμένες, όμως τώρα έχει φέρει ένα πύργο στο κέντρο και στο πλευρό του, χωρίς ενδιάμεσους αυλικούς.
Όλα αυτά θα είχαν διαφορετικό ενδιαφέρον, αν δεν λάμβαναν χώρα σε μια στιγμή που η πατρίδα μας βρίσκεται στη κόψη του ξυραφιού. Ωστόσο η εσωτερική πολιτική σκακιέρα, όσο κι αν εκνευρίζει τους Ευρωπαίους ιθύνοντες ή τους Έλληνες πολίτες, δεν μπορεί να αγνοηθεί ή να εγκαταλειφθεί. Οι πολιτειακοί τριγμοί που επιφέρει η μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε κοινωνική, δεν μπορούν να σημάνουν και τη δημιουργία ενός ιστορικού κενού, ούτε οι αλλαγές που απαιτούνται, μπορούν να συντελεστούν σε συνθήκες εργαστηρίου. Δεν υπάρχει κουκούλι μέσα στο οποίο η άχαρη και αδηφάγα νύμφη θα μεταμορφωθεί σε ωραία πεταλούδα. Το "τέλος της Μεταπολίτευσης" δεν σημαίνει αυτόματα και την ακύρωση των πολιτικών παρατάξεων και αντιπαρατάξεων. Τα καμώματα της αριστεράς, που ακόμα μια φορά βρίσκεται σε ιστορική αφασία, όχι μόνο δεν μπορούν να δράσουν ως καταλύτες, αλλά είναι πολύ πιθανό να γεννήσουν ανεπιθύμητες και ανεξέλεγκτες αντιδράσεις. Όσο για την αγανάκτηση και το αυθόρμητο, ρομαντικοί ή καιροσκόποι, ριζοσπάστες ή ξεβολεμένοι, σύντομα θα βρεθούν εμπρός στο αδιέξοδο της σύγχυσης που γεννάει ο αχαλίνωτος ακτιβισμός.
Όμως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι για πολύ καιρό. Μπορεί να αποφύγαμε το μεγάλο Εθνικό ατύχημα αλλά το πολιτικό σύστημα κινείται στα όριά του. Ως εκ τούτου τα κόμματά μας, δεν φτάνει να νοιώθουν πως χάνεται η σιγουριά των παλαιών παραμέτρων του πολιτικού συστήματος, αλλά, αν θέλουν να καταγράψουν μια θετική ιστορική συνεισφορά, πρέπει να ξεφύγουν από τον εγκλωβισμό της πολιτικής εντός του κράτους. Δεν αρκεί να παριστούν ή να αναπαριστούν τους κατόχους ενός πολιτικού συστήματος που πανθομολογούμενα καταρρέει. Αντί να μεγαλοστομούν, να νεολογούν και να κενολογούν, οι ηγεσίες πρέπει να συνεννοηθούν μεν και να ορίσουν καθαρά, φανερά και θαρρετά όσα συμφωνούν, να αναζητήσουν και να επιζητήσουν δε την περιλάλητη "συναίνεση" από μια "πολιτική κοινωνία", που θα ανταποκριθεί με δημοκρατική ευθύνη απέναντι σε υπεύθυνες και φερέγγυες πολιτικές προτάσεις.
Η νέα «μεταπολίτευση» θα προκύψει ως πρόταση και προοπτική εξόδου όχι από την οικονομική κρίση, αλλά από τις συνέπειες του διαχωρισμού της πολιτικής (του κράτους) από την κοινωνία. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο στο βαθμό που τα κοινωνικά υποκείμενα θα αποκτήσουν εκείνη την αυτοσυνείδηση και αυτονομία που θα επιτρέψει την ιστορική αναδίπλωση της ελευθερίας τους και την τοποθέτηση του ηθικού αιτήματος για τη συγκρότηση μιας νέας «πολιτείας». Αυτός ο νέος «Πολιτειακός Πατριωτισμός» θα μας δώσει την χαμένη Εθνική μας αξιοπιστία και φερεγγυότητα εμπρός στους νέους τρομακτικούς κινδύνους που διαγράφονται στη διεθνή σκηνή. Ιδού λοιπόν το πεδίο για τη δράση της πολιτικής και των κομμάτων. Όμως αυτό θα χρειαστεί να το κάνουν χωρίς μύθους και δίχως «πατερούληδες», αλλά με μεγάλη πολιτική σύνεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου